Η Volkswagen Group παρουσιάζει ένα πιο συγκρατημένο, αλλά στρατηγικά στοχευμένο επενδυτικό πλάνο πενταετίας, ύψους 160 δισ. ευρώ έως το 2030, καθώς βρίσκεται αντιμέτωπη με πιέσεις στις δύο μεγαλύτερες αγορές της: τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα. Το νέο πρόγραμμα είναι μειωμένο σε σχέση με τα προηγούμενα — 165 δισ. για την περίοδο 2025-2029 και 180 δισ. για το 2024-2028 — με την εταιρεία να παραδέχεται ότι το 2024 αποτέλεσε την κορύφωση των δαπανών.
Οι αμερικανικοί δασμοί και ο έντονος ανταγωνισμός στην Κίνα έχουν πλήξει ιδιαίτερα την Porsche, η οποία στηρίζεται κατά το ήμισυ των πωλήσεών της σε αυτές τις δύο αγορές.
Η μάρκα αναγκάζεται να αναθεωρήσει την ηλεκτρική της στρατηγική και εξετάζει πρόσθετες περικοπές έως το 2026. Ο Όλιβερ Μπλουμ, που αποχωρεί από τη θέση του CEO της Porsche τον Ιανουάριο για να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη VW Group, τονίζει ότι το νέο επενδυτικό πλάνο δίνει προτεραιότητα στη Γερμανία και την Ευρώπη, με έμφαση σε προϊόντα, τεχνολογία και υποδομές.
Η Audi εξετάζει ακόμη και το ενδεχόμενο δημιουργίας εργοστασίου στις ΗΠΑ, εφόσον υπάρξει γενναία κρατική στήριξη από την Ουάσιγκτον.
Παράλληλα, για την κινεζική αγορά, ο Μπλουμ δεν αποκλείει μελλοντική τοπική παραγωγή ή ακόμη και ένα ειδικά σχεδιασμένο μοντέλο Porsche για τις τοπικές ανάγκες.
Παρά την πρόσφατη επέκταση του συμβολαίου του έως το 2030, ο Μπλουμ αναγνωρίζει ότι οι μέτοχοι —μεταξύ των οποίων οι οικογένειες Πόρσε και Πιχ, καθώς και το κρατίδιο της Κάτω Σαξονίας— έχουν υποστεί απώλειες μετά την εισαγωγή της Porsche στο χρηματιστήριο, επισημαίνοντας ότι ο ίδιος «οφείλει να αντιμετωπίσει την κριτική».
