Η αγορά ενός καινούργιου αυτοκινήτου στην Ελλάδα του 2025 έχει εξελιχθεί σε μια πολυτελή – και συχνά απρόσιτη – επιλογή για τη μεσαία τάξη.
Η εκρηκτική αύξηση των τιμών, σε συνδυασμό με τη χαμηλή αγοραστική δύναμη και τους περιορισμούς στη χρηματοδότηση, δημιουργούν ένα τοπίο όπου το νέο αυτοκίνητο είναι προνόμιο για λίγους.
Τα βασικά μοντέλα μικρής κατηγορίας ξεκινούν πλέον από τις 16.000 ευρώ, ενώ τα δημοφιλή σουπερμίνι υπερβαίνουν τις 20.000 ευρώ ακόμη και στη βασική τους έκδοση.
Παράλληλα, ο μέσος καθαρός μισθός παραμένει στάσιμος, την ώρα που τα έξοδα διαβίωσης και η αβεβαιότητα της αγοράς εργασίας πιέζουν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς. Όταν ένα οικονομικό αυτοκίνητο αντιστοιχεί σε έναν ολόκληρο ετήσιο μισθό, η απόφαση αγοράς γίνεται εξαιρετικά δύσκολη.
Η τραπεζική χρηματοδότηση, κάποτε σημαντικό εργαλείο για τους αγοραστές, πλέον δεν είναι εύκολα προσβάσιμη.
Οι δανειοδοτήσεις συνοδεύονται από υψηλά επιτόκια και απαιτήσεις για υψηλή προκαταβολή, ενώ η λύση του leasing δεν είναι ελκυστική για όσους θέλουν πλήρη κυριότητα του οχήματος.
Αναπόφευκτα, η αγορά μεταχειρισμένων γνωρίζει άνθηση, ωστόσο οι τιμές ακόμη και για μοντέλα πενταετίας διατηρούνται υψηλές λόγω αυξημένης ζήτησης.
Ταυτόχρονα, τα εξηλεκτρισμένα οχήματα (υβριδικά ή ηλεκτρικά) παραμένουν ακριβά, παρά τις κρατικές επιδοτήσεις, με περιορισμένες επιλογές κάτω από τις 30.000 ευρώ.
Μπροστά σε αυτό το αδιέξοδο, πολλοί καταναλωτές αναγκάζονται να καθυστερήσουν την αντικατάσταση του παλιού τους αυτοκινήτου ή να επιλέξουν ένα πιο απλό και φτηνό μοντέλο.
Η αγορά νέου αυτοκινήτου έχει πάψει να είναι απλή – πλέον απαιτεί στρατηγική, θυσίες και γερό πορτοφόλι.
