Η καινούργια γενιά του Jeep Compass που παρουσιάστηκε επίσημα αλλάζει σελίδα για τη μάρκα στην κατηγορία των C-SUV, υιοθετώντας νέα αρχιτεκτονική, σύγχρονη ψηφιακή φιλοσοφία και πλήρη γκάμα εξηλεκτρισμένων εκδόσεων. Οι πωλήσεις του θα ξεκινήσουν στην Ελλάδα στις αρχές του 2026.
Με μήκος 4,55 μέτρα και εμφανώς καλύτερη αεροδυναμική, το νέο Compass έχει εξελιχθεί τόσο σχεδιαστικά όσο και λειτουργικά. Η Jeep έχει μετακινήσει πιο ψηλά τα ραντάρ και τις κάμερες, μια επιλογή που προφανώς σχετίζεται όχι μόνο με τη χρήση του σε αστικό περιβάλλον αλλά και με την παραδοσιακή εκτός δρόμου διάσταση της μάρκας. Στο εμπρός τμήμα δόθηκε έμφαση στη βελτίωση της ροής του αέρα, ώστε να μειωθεί ο θόρυβος και να αυξηθεί η οικονομία. Τόσο καυσίμου όσο και ηλεκτρικής ενέργειας.
Το πλαίσιο και η ανάρτηση έχουν δεχθεί σημαντικές παρεμβάσεις, με στόχο να μειωθούν οι κάθετες κινήσεις (–15%) αλλά και οι κλίσεις του αμαξώματος (–20%). Έτσι το Compass εμφανίζει πιο σταθερή συμπεριφορά στην άσφαλτο χωρίς να χάνει τις δυνατότητες κίνησής του πέρα από αυτήν. Η απόσταση από το έδαφος παραμένει στα 200 χιλιοστά, ενώ η Jeep έχει βελτιώσει και την ηχομόνωση, π.χ. το κρύσταλλο του πίσω παρμπρίζ είναι πιο χοντρό, γεγονός που περιορίζει αισθητά τον θόρυβο κύλισης.
Στο εσωτερικό, οι αλλαγές είναι ακόμη πιο εμφανείς, καθώς είναι πλήρως ανασχεδιασμένο με πιο ποιοτικά υλικά και μια πιο απλή, εργονομική διάταξη. Οι πίσω επιβάτες κερδίζουν 20 χιλιοστά για τα γόνατά τους, ενώ ο χώρος αποσκευών φτάνει στις εξηλεκτρισμένες εκδόσεις τα 550 λίτρα.
Στο ταμπλό κυριαρχεί η νέα οθόνη των 16,0 ιντσών του συστήματος infotainment, πλαισιωμένη από ψηφιακό πίνακα 10,25 ιντσών και προαιρετικό head-up display.
Παρά τη γενικευμένη ψηφιοποίηση, η Jeep κρατά βασικούς φυσικούς διακόπτες, ανάμεσά τους και το Selec-Terrain. Το τελευταίο παραμένει ενεργό εργαλείο, επεμβαίνοντας τόσο στο σύστημα πρόωσης όσο και στο ESP ανάλογα με την επιλεγμένη λειτουργία. Τα προγράμματα Auto, Sport, Snow και Sand/Mud προσαρμόζουν τη ροπή και την απόκριση του κινητήρα με στόχο καλύτερη πρόσφυση σε διαφορετικές επιφάνειες, ενώ στις plug-in υβριδικές εκδόσεις θα υπάρχει και επιλογή αποκλειστικά ηλεκτρικής λειτουργίας (Electric).
Σε επίπεδο υποβοήθησης, το νέο Compass περνά στο επόμενο στάδιο. Το Επίπεδο 2 (Level 2) είναι στάνταρ μαζί με Predictive Adaptive Cruise Control που προσαρμόζει την ταχύτητα πριν από στροφές και κυκλικούς κόμβους. Υπάρχει επίσης σύστημα ημι-αυτόματης αλλαγής λωρίδας, το οποίο λειτουργεί από τα 70 έως τα 180 χλμ./ώρα, αναλαμβάνοντας ομαλές κινήσεις στο τιμόνι όταν ο οδηγός δώσει εντολή με το φλας.
Οι συνδεδεμένες υπηρεσίες αποτελούν ακόμη έναν πυλώνα αναβάθμισης. Το Connect ONE -με δεκαετή διάρκεια- προσφέρει δυνατότητες προγραμματισμού φόρτισης και προ-κλιματισμού καμπίνας και δυνατότητα Digital Key μέσω smartphone. Το Connect PLUS -με 12μηνη δοκιμαστική διάρκεια- επεκτείνει τις δυνατότητες με έξυπνη πλοήγηση που προτείνει στάσεις φόρτισης, απομακρυσμένο έλεγχο του αυτοκινήτου και ενσωμάτωση ChatGPT για αλληλεπίδραση με το σύστημα.
Στη βάση της γκάμας βρίσκεται η έκδοση e-Hybrid που συνδυάζει τον τρικύλινδρο turbo των 1.200 κυβικών με ήπια υβριδικό σύνολο 48V. Αποδίδει 145 ίππους, με 230 Nm από τον θερμικό κινητήρα και επιπλέον 50 Nm από τον ηλεκτροκινητήρα στην εκκίνηση και τις χαμηλές ταχύτητες. Ολοκληρώνει το 0–100 χλμ./ώρα σε 10,0 δεύτερα, έχει τελική 195 χλμ./ώρα και κατανάλωση 5,6–5,8 λίτρα/100 χλμ. (WLTP).
Ακολουθεί το πρώτο αμιγώς ηλεκτρικό Compass BEV First Edition. Η μπαταρία του των 74,0 kWh τροφοδοτεί ηλεκτροκινητήρα 213 ίππων και 345 Nm. Η αυτονομία φτάνει τα 500 χιλιόμετρα, ενώ η κατανάλωση κυμαίνεται από τις 17,4 έως και τις 18,6 kWh/100 χλμ. Το 0–100 χλμ./ώρα έρχεται σε 8,5 δεύτερα και η τελική ταχύτητα είναι 180 χλμ./ώρα. Η φόρτιση AC γίνεται με 11 kW ή προαιρετικά 22 kW (πλήρωση σε 4 ώρες και 16 λεπτά), ενώ η ταχυφόρτιση DC μέχρι και με 160 kW.
Ενδιαφέρον είναι πως το βάρος της ηλεκτρικής έκδοσης φτάνει τα 2.185 κιλά αλλά δεν επηρεάζει καθόλου τα δυναμικά του χαρακτηριστικά χάρη στην άμεση απόδοση της ροπής του ηλεκτροκινητήρα. Η e-Hybrid ζυγίζει 1.635 κιλά, δηλαδή 550 κιλά(!) λιγότερα.





